kulttuuri kreikkaksi

kulttuuri

  1. πολιτισμός

  2. πολιτισμός, νοοτροπία

  3. παράδοση

  4. καλλιεργώ

  5. πολιτισμός, νοοτροπία

  6. καλλιέργεια

  7. καλλιέργεια

  8. αναπτύσσω

kulttuuri, sivilisaatio

  1. πολιτισμός sc=Grek