tapaus kreikkaksi

sattuma, tapahtuma, tapaus

  1. συναφής

tapaus, tapahtuma

  1. προσπίπτουσα (ακτίνα), προσπίπτων

tapaus

  1. περίπτωση sc=Grek, περίσταση sc=Grek

tapaus, episodi

  1. βαλίτσα, αποσκευές-p

tapaus

  1. πλαίσιο, περίβλημα, κάσα

  2. περίπτωση sc=Grek, περίσταση sc=Grek

tapaus, case

  1. υπόθεση sc=Grek, περιστατικό sc=Grek

oikeustapaus

  1. περίπτωση

tapaus

  1. κρούσμα sc=Grek, περιστατικό sc=Grek

  2. κρούσμα sc=Grek, περιστατικό sc=Grek

  3. κιβώτιο

tapaus, case

  1. βαλίτσα, αποσκευές-p

oikeustapaus

  1. βιτρίνα, προθήκη

tapaus

  1. περίπτωση sc=Grek, περίσταση sc=Grek

  2. περίπτωση sc=Grek, περίσταση sc=Grek

  3. υπόθεση sc=Grek, περιστατικό sc=Grek

tapaus, case

  1. περίπτωση

oikeustapaus

  1. υπόθεση

tapaus

  1. κιβώτιο

  2. κιβώτιο

  3. βαλίτσα, αποσκευές-p

tapaus, case

  1. βιτρίνα, προθήκη

oikeustapaus

  1. πλαίσιο, περίβλημα, κάσα

tapaus

  1. γεγονός (gegonós)