taka- kreikkaksi

taka-ajatus

  1. ότι, πως

  2. κτλ., κλπ.

taka-

  1. δρόμος

  2. παρεμποδίζω

  3. νεκρός, πεθαμένος, ψόφιος

  4. νεκρός, πεθαμένος, ψόφιος

  5. νεκρός, πεθαμένος, ψόφιος

  6. παίρνω sc=Grek

  7. παίρνω sc=Grek, διαλέγω sc=Grek

  8. μισθός

  9. αριθμός

  10. αριθμός