parvi kreikkaksi

parvi

  1. μεταλλαγή

  2. σμήνος

  3. σμήνος

  4. πτήση

  5. κοπάδι

  6. πανεπιστήμιο

  7. εκπαιδεύω, διαπαιδαγωγώ, διδάσκω