πόνος kreikasta suomeksi
πόνος αυτί αυτιού, ωταλγία, πόνος στο αυτί
korvasärky, korvakipu, otalgia
πόνος στη μέση sc=Grek, οσφυαλγία sc=Grek ormally
selkäkipu, selkäkivut p
πόνος, θλίψη, οδύνη, συντριβή
suru, murhe
άλγος, πόνος
särky, kipu
πόνος, άλγος
kipu, kärsimys, särky, tuska, piina