κρεβατοκάμαρα kreikasta suomeksi

κρεβατοκάμαρα, υπνοδωμάτιο

  1. makuuhuone

θάλαμος, υπνοδωμάτιο, κοιτώνας, κρεβατοκάμαρα

  1. huone room; huoneisto set of rooms

δωμάτιο, κρεβατοκάμαρα

  1. kamari