ευμετάβλητος kreikasta suomeksi

ευμετάβλητος, ρευστός

  1. vaihteleva, volatiili

ευμετάβλητος, επιπόλαιος, άστατος

  1. häilyväinen

ευμετάβλητος, ρευστός

  1. vaihteleva, volatiili

ευμετάβλητος, επιπόλαιος, άστατος

  1. häilyväinen

ευμετάβλητος, άστατος, ευμετάβολος

  1. vaihteleva, muuttuva