δημιουργός kreikasta suomeksi

δικαίωμα δικαιώματα δημιουργός δημιουργού-p, πνευματικός πνευματικά δικαίωμα δικαιώματα-p

  1. demiurgi

δημιουργός

  1. suojata tekijänoikeudella

  2. suojata tekijänoikeudella

καλλιτέχνης sc=Grek, δημιουργός sc=Grek

  1. tekijä, kirjoittaja